- ὑγείη
- ὕγειοςsoundfem nom/voc sg (epic ionic)ὑγείαfem nom/voc sg (epic ionic)ὑσσωhyssopaor opt pass 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υγείη — ἡ, Α ιων. τ. βλ. υγεία … Dictionary of Greek
ὑγείῃ — ὕγειος sound fem dat sg (epic ionic) ὑγεία fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υγεία — Αρχαία ελληνική θεότητα, προσωποποίηση της υγείας του σώματος και της ψυχής. Ως αρχαιότερο κέντρο λατρείας της αναφέρεται η Τιτάνη στη Σικυώνα, όπου βρισκόταν ιερό του Ασκληπιού και της Υ. Αναφέρεται ότι ο Aρίφρων ο Σικυώνιος έγραψε ύμνο για τη… … Dictionary of Greek